Με έμφαση στα θέματα
Κτηματολογίου και Κληρονομιών
Το γραφείο ιδρύθηκε
το έτος 1975
Δίκτυο συνεργατών
σε όλη την Ελλάδα

Μαγουλά – Κεχαγιόγλου & Συνεργάτες

ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ

Πώς υπολογίζεται η νόμιμη μοίρα – Τι ισχύει σε αναλήψεις από κοινό λογαριασμό διαθέτη και κληρονόμου

Στην κληρονομική διαδοχή με διαθήκη υπάρχει η πιθανότητα ο διαθέτης κατά τον ορισμό των περιουσιακών στοιχείων τα οποία περιέρχονται στους κληρονόμους του να παραλείψει κάποιον από αυτούς ή να διαθέσει σε κάποιον μερίδα η οποία είναι κατώτερη από αυτήν που δικαιούται. Ο κληρονόμος ο οποίος κληρονομεί περιουσιακά στοιχεία τα οποία είναι κατώτερα από τη λεγόμενη «νόμιμη μοίρα» του έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη συμπλήρωση αυτής σύμφωνα με τα παρακάτω αναφερόμενα .

Ποιοι δικαιούνται νόμιμης μοίρας

Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1710,1820 και 1825 ΑΚ δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία έχουν από τα πρόσωπα που  θα καλούνταν ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι

  • οι κατιόντες ( τέκνα , έγγονοι )
  • οι γονείς του κληρονομουμένου
  • ο επιζών σύζυγος       

Τα δικαιούμενα νόμιμης μοίρας πρόσωπα είναι περιοριστικά τα παραπάνω και κατά συνέπεια δεν έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας 

  • τα αδέλφια του διαθέτη 
  • τα τέκνα προαποβιωσάντων αδελφών
  • έγγονοι προαποβιωσάντων αδελφών

Ποια είναι η νόμιμη μοίρα

Η νόμιμη μοίρα συνίσταται στο ήμισυ της εξ αδιαθέτου μερίδας δηλαδή τα τέκνα τα οποία στην εξ αδιαθέτου διαδοχή δικαιούνται τα ¾ της κληρονομίας θα περιοριστούν στα 3/8 της κληρονομίας και αντίστοιχα ο/η επιζών σύζυγος από το ¼ της κληρονομίας που κανονικά δικαιούται στην εξ αδιαθέτου διαδοχή  θα περιοριστεί στο 1/8 αυτής

Πώς υπολογίζεται η νόμιμη μοίρα

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827, 1831, 1832 και 1833 ΑΚ, για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας οποιουδήποτε μεριδούχου, λαμβάνεται ως βάση η κατάσταση και η αξία της κληρονομίας κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, δηλαδή συνυπολογίζονται όλα τα δεκτικά κληρονομικής διαδοχής περιουσιακά στοιχεία που υπάρχουν κατά το χρόνο αυτό στην κληρονομιά (πραγματική κληρονομική ομάδα), από την οποία αφαιρούνται τα χρέη της κληρονομιάς, οι δαπάνες κηδείας του κληρονομουμένου (ενδεχομένως και απογραφής), προστίθενται δε και θεωρούνται ότι υπάρχουν στην κληρονομιά (πλασματική κληρονομική ομάδα), με την αξία που είχαν κατά το χρόνο της παροχής, ο,τιδήποτε ο κληρονομούμενος παραχώρησε, όσο ζούσε, χωρίς αντάλλαγμα, σε μεριδούχο είτε με δωρεά είτε με άλλο τρόπο και επίσης οποιαδήποτε δωρεά που έκανε ο κληρονομούμενος στα τελευταία δέκα χρόνια πριν από το θάνατό του, εκτός αν την επέβαλαν λόγοι ευπρέπειας ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον.

Πρακτικά, για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας του μεριδούχου:

α) εκτιμάται η αξία όλων των αντικειμένων της κληρονομίας κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου,

β) αφαιρούνται από την αξία αυτή της πραγματικής ομάδας της κληρονομίας τα χρέη της και οι δαπάνες κηδείας του κληρονομουμένου (και απογραφής αν έγινε),

γ) στο ποσό, που απομένει μετά την αφαίρεση των ανωτέρω χρεών, προστίθενται με την αξία, που είχαν κατά το χρόνο, που πραγματοποιήθηκαν, οι ανωτέρω παροχές του κληρονομουμένου προς τους μεριδούχους ή τρίτους,

δ) με βάση την αυξημένη (πλασματική) κληρονομική ομάδα, η οποία προσδιορίζεται κατά τον προαναφερθέντα τρόπο, υπολογίζεται η νόμιμη μοίρα του μεριδούχου,

ε) από το ποσό της νόμιμης μοίρας αφαιρείται η αξία των πραγμάτων, στα οποία τυχόν έχει εγκατασταθεί ο μεριδούχος ή έλαβε ήδη δυνάμει της εξ αδιαθέτου διαδοχής, καθώς και η αξία της παροχής, που τυχόν είχε λάβει και υπόκειται σε συνεισφορά και

στ) σχηματίζεται ένα κλάσμα με αριθμητή το ποσό της εξευρισκομένης με τον ανωτέρω τρόπο νόμιμης μοίρας του και παρονομαστή την αξία εκείνων των στοιχείων της πραγματικής ομάδας, από τα οποία, θα λάβει ο μεριδούχος τη νόμιμη μοίρα του ή το απαιτούμενο ποσοστό για τη νόμιμη μοίρα του. Το κλάσμα αυτό ή ο δεκαδικός αριθμός, που προκύπτει από τη διαίρεση του αριθμητή με τον παρονομαστή παριστά το ποσοστό, που πρέπει να πάρει ο μεριδούχος αυτούσιο σε κάθε αντικείμενο της πραγματικής ομάδας της κληρονομίας για να λάβει έτσι τη νόμιμη μοίρα του

Υπολογίζονται στη νόμιμη μοίρα οι αναλήψεις από κοινό λογαριασμό διαθέτη και κληρονόμου;

Σύμφωνα με το αρθρ. 1παρ. 1 και 2 του ν. 5638/1932, όπως αντικαταστάθηκε με το αρθρ. 1 του ΝΔ 951/1971 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το αρθρ. 124 περ. Δ στοιχ. α ΝΔ 118/1973 , χρηματική κατάθεση σε τράπεζα, σε ανοικτό λογαριασμό, στο όνομα δύο ή περισσότερων από κοινού (joint account) είναι η περιέχουσα τον όρο, ότι του λογαριασμού αυτής μπορεί να κάνει χρήση εν όλω ή εν μέρει, χωρίς τη σύμπραξη των λοιπών, είτε ένας, είτε μερικοί εξ αυτών είτε και όλοι οι κατ ιδία δικαιούχοι. Επί των καταθέσεων σε κοινό λογαριασμό, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του ν.. 5638/1932, τα οποία επίσης διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 124 περ. δ` στοιχ. α` του ΝΔ 118/1973, ορίζεται, αντιστοίχως (α) ότι δύναται να τεθεί ο όρος ότι, με το θάνατο οποιουδήποτε των δικαιούχων, η κατάθεση και ο εξ αυτής λογαριασμός περιέρχεται αυτοδικαίως στους λοιπούς επιζώντες, μέχρι του τελευταίου αυτών, οπότε η κατάθεση περιέρχεται σ` αυτούς ελεύθερη παντός φόρου κληρονομιάς η άλλου τέλους και (β) ότι διάθεση της κατάθεσης με πράξη είτε εν ζωή, είτε αιτία θανάτου δεν επιτρέπεται, οι δε κληρονόμοι του αποβιώσαντος είτε εξ αδιαθέτου είτε εκ της διαθήκης, συμπεριλαμβανομένων και των αναγκαίων τοιούτων ουδέν δικαίωμα κέκτηνται επί της κατάθεσης. Ο επιζών καταθέτης, ως εις ολόκληρον δανειστής έναντι της τράπεζας, μπορεί να εισπράξει και ολόκληρο το ποσό της κατάθεσης, οπότε οι κληρονόμοι του αποθανόντος θα μπορούν να αξιώσουν απ` αυτόν το τμήμα εκείνο της κατάθεσης που αναλογεί στον δικαιοπάροχό τους με βάση τις εσωτερικές σχέσεις των καταθετών, εκτός εάν έχει τεθεί ο όρος του άρθρου 2 του ν. 5638/1932, ότι σε περίπτωση θανάτου ενός από τους καταθέτες, περιέρχεται αυτοδικαίως η κατάθεση και ο απ` αυτή λογαριασμός στους επιζώντες, έναντι των οποίων οι κληρονόμοι του αποθανόντος καταθέτη δεν μπορούν να στραφούν και να αξιώσουν το κατά τις εσωτερικές σχέσεις τμήμα της κατάθεσης, που αναλογούσε σε εκείνον, όπως θα μπορούσαν αν δεν είχε τεθεί ο, ως άνω όρος, του οποίου σε αυτό και μόνο εξαντλείται η νομική ενέργεια (ΑΠ 1782/2007, ΑΠ 1357/2007 αμφ. δημ.). Προκειμένου να εξισορροπηθούν οι παραπάνω εξαιρετικά ευνοϊκές διατάξεις υπέρ των καταθετών κοινού λογαριασμού και αντίστοιχα οι αυστηρές ρυθμίσεις του σε βάρος των αναγκαίων κληρονόμων, για τους οποίους οι σχετικές διατάξεις είναι αναγκαστικού δικαίου (άρθρο 1825 επ. ΑΚ), εισήχθη με τον Αστικό Κώδικα η διάταξη του άρθρου 117 του ΕισΝΑΚ, κατά την οποία, εφόσον με την κατάθεση σε κοινό λογαριασμό του ν. 5638/1932 συντελέσθηκε δωρεά, αυτή κρίνεται σε σχέση με το δίκαιο της νόμιμης μοίρας ως δωρεά, εφόσον πρόκειται για καταθέτη που απεβίωσε μετά την εισαγωγή του ΑΚ. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, για να εξευρεθεί κατά ποιό τρόπο θα προστατευθούν έναντι της καταθέσεως σε κοινό λογαριασμό οι νόμιμοι μεριδούχοι του αποβιώσαντος συγκαταθέτη, είναι απαραίτητο να προσδιορισθεί η νομική φύση της πραγματοποιούμενης με την κοινή χρηματική κατάθεση, επιδόσεως υπέρ του συγκαταθέτη της. Έτσι, όταν κατατίθεται χρηματικό ποσό από χαριστική αιτία σε κοινό λογαριασμό, προκειμένου να επωφεληθεί ο συγκαταθέτης του ενεργητικού υπολοίπου της κατάθεσης, ακόμη και όταν προϋπόθεση της περιέλευσης της ωφελείας είναι ο θάνατος του παρέχοντος και η επιβίωση του λήπτη, θα μπορεί να γίνει λόγος για κληροδοσία (άρθρο 1714 ΑΚ), μόνον εφόσον έχει συνταχθεί νομοτύπως διαθήκη του παρέχοντος. Διαφορετικά, όπως συμβαίνει συνήθως, θα πρόκειται περί δωρεάς. Η διαφορά της δωρεάς εν ζωή από αυτήν αιτία θανάτου έγκειται στο ότι στην μεν πρώτη ο δωρεοδόχος αποκτά αμέσως δικαίωμα στο πράγμα που δωρίζεται, ενώ στη δεύτερη ο δωρεοδόχος θα απολαύσει ό,τι του δωρήθηκε μόνον μετά το θάνατο του δωρητή. Για το λόγο αυτό ένα ασφαλές κριτήριο, προκειμένου να δοθεί ο ορθός χαρακτηρισμός στη δωρεά, από την οποία θα κριθεί η έννομη προστασία της νόμιμης μοίρας, είναι η συμπεριφορά του δωρεοδόχου συνδικαιούχου κατά τη λειτουργία του κοινού λογαριασμού, ενόσω ζούσε ο δωρητής συνδικαιούχος. Αν λοιπόν, ζώντος του τελευταίου, ο δωρεοδόχος – συνδικαιούχος, προέβαινε σε αναλήψεις χρηματικών ποσών, θα πρέπει να θεωρηθεί ως δωρεά εν ζωή. Στην περίπτωση αυτή ο νόμιμος μεριδούχος, μετά το θάνατο του δωρητή συνδικαιούχου θα προστατευθεί με βάση τα άρθρα 1831 και 1835 του ΑΚ. Αν, όμως, όσο ζούσε ο δωρητής, ο συνδικαιούχος δεν προέβη σε ανάληψη, τότε θα πρέπει να θεωρηθεί ότι υποκρύπτεται ο όρος της προαποβίωσης του πρώτου και επομένως πρόκειται για δωρεά αιτία θανάτου. Στην περίπτωση αυτή και πάλι η δωρεά θα συμπεριληφθεί στην κληρονομία του αποθανόντος συνδικαιούχου για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας του μεριδούχου ως κληροδοσία (άρθρο 2035 του ΑΚ) και χωρίς να εξετάζεται αν έγινε τα τελευταία δέκα χρόνια από το θάνατο του συνδικαιούχου ή αν την επέβαλαν ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή λόγοι ευπρέπειας (ΑΠ 1595/2008 δημ. στη ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 2035, 1825 παρ.2 και 1829 ΑΚ προκύπτει ότι η δωρεά αιτία θανάτου ως προς το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας των αναγκαίων κληρονόμων και κατά τον υπολογισμό αυτής λαμβάνεται ως κληροδοσία, τα δε δωρηθέντα αιτία θανάτου θεωρούνται ως υπάρχοντα στην κληρονομία, δεν προστίθενται πλασματικώς στην πραγματική ομάδα, αλλά υπολογίζονται στο ενεργητικό αυτής κατ’ άρθρο 1831 παρ.1 εδ. α ΑΚ. Επομένως αν προσβάλλεται το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας των ως άνω κληρονόμων, η δωρεά είναι αυτοδικαίως άκυρη και δεν χρήζει μέμψης κατά το ποσοστό, το οποίο κατ` αξίαν απαιτείται για την κάλυψη της νόμιμης μοίρας. Την ακυρότητα όμως αυτή πρέπει να προτείνει ο ενδιαφερόμενος μεριδούχος, ο οποίος μπορεί να εναγάγει το δωρεοδόχο είτε με την περί κλήρου είτε με τη διεκδικητική αγωγή. Ειδικά όμως για τις δωρεές αιτία θανάτου, οι οποίες συντελέστηκαν με κατάθεση σε κοινό λογαριασμό, η τράπεζα διατηρεί αυτοτελές δικαίωμα κυριότητας επί των χρημάτων της κατάθεσης και έναντι αυτής οι αναγκαίοι κληρονόμοι του αποβιώσαντος δωρητή αποκλείονται από την άσκηση δικαιωμάτων επί της κατάθεσης κατ` άρθρο 3 ν. 5632/1932, το οποίο ως ειδικότερο κατισχύει του άρθρου 1825 παρ. 2 ΑΚ. Ως εκ τούτου οι νόμιμοι μεριδούχοι δεν αποκτούν ευθέως εμπράγματο δικαίωμα επί της κατάθεσης, που θίγει τη νόμιμη μοίρα τους. Άρα δεν διαθέτουν την περί κλήρου ή τη διεκδικητική αγωγή. Αντ` αυτών έχουν με βάση τη διάταξη του άρθρου 117 ΕισΝΑΚ ενοχική μόνο αξίωση κατά του αιτία θανάτου δωρεοδόχου για το ποσό, που απαιτείται για την κάλυψη της νόμιμης μοίρας τους ακόμη και αν ο τελευταίος μετά το θάνατο του δωρητή δεν έχει προβεί σε ανάληψη του υπολοίπου της κατάθεσης. Για να κριθεί όμως αν μία δωρεά αιτία θανάτου προσβάλλει ή όχι τη νόμιμη μοίρα, πρέπει προηγουμένως να γίνει ο υπολογισμός αυτής, δηλ. ο προσδιορισμός της κληρονομικής ομάδας κατά τις διατάξεις των άρθρων 1831, 1833 και 1834 ΑΚ (ΑΠ 902/2019, ΑΠ 1081/2017 αμφ.δημ., ΕφΘρ141/2020 ΝΟΜΟΣ).

5η  Εκδοση

Πρόσφατα άρθρα

Τα ανταλλάξιμα της Καλαμαριάς , οι Σέρρες και στο τέλος Πιερρακάκης …..Η βροχή των αγωγών του Δημοσίου κατά των ιδιοκτητών στην Καλαμαριά ζητά πολιτική λύση
13 Νοεμβρίου, 2024
Η Χρησικτησία σε διαμερίσματα με προσύμφωνο: Ένα πρόβλημα που δεν αφορά την Αττική και ζητά τη λύση του
7 Νοεμβρίου, 2024
Ανεκτέλεστα προσύμφωνα : Πώς δίνεται η λάθος απάντηση στο σωστό ερώτημα
7 Νοεμβρίου, 2024
Δημοσιεύτηκε ο Ν. 5024/2023 για την εξαγορά των κατεχομένων ακινήτων του Δημοσίου – Τι προβλέπει για τις εκκρεμείς αγωγές και τα ανταλλάξιμα ακίνητα.
2 Νοεμβρίου, 2024
lex
Η απόφαση ΠολΠρωτΘεσ 13316/2024 για τα ανταλλάξιμα οικόπεδα – Καταργούνται οι αγωγές που έχει ασκήσει το Δημόσιο κατά των αναγραφόμενων στα κτηματολογικά φύλλα δικαιούχων διεκδικώντας ανταλλάξιμα οικόπεδα
26 Οκτωβρίου, 2024