Με την απόφαση αυτή αντιμετωπίζονται τα θέματα της ανάληψης χρημάτων από ένα κοινό λογαριασμό στον οποίο αναγράφονται περισσότεροι του ενός δικαιούχοι. Είναι σύνηθες φαινόμενο σε αυτές τις περιπτώσεις ένας από τους δικαιούχους να «αδειάζει» τον λογαριασμό χωρίς να ενημερώσει τους λοιπούς δικαιούχους ή και ενδεχομένως και σε αντίθεση με τη βούληση των λοιπών δικαιούχων. Το πρόβλημα αναφύεται στις περιπτώσεις όπου ο «τροφοδότης» του λογαριασμού αποβιώσει οπότε τίθεται θέμα αν η συγκεκριμένη κατάθεση αποτελεί στοιχείο της κληρονομιάς και αν η ανάληψη αυτή αποτελεί υπεξαίρεση
Η απόφαση δέχεται ότι εάν αναληφθεί ολόκληρο το ποσό της χρηματικής κατάθεσης από έναν δικαιούχο, επέρχεται απόσβεση της απαίτησης εις ολόκληρον έναντι του δέκτη της κατάθεσης (τράπεζας) και ως προς τον άλλον, δηλαδή τον δικαιούχο που δεν ανέλαβε (ΑΠ 1894/2006 ΝΟΜΟΣ), ο οποίος από το νόμο πλέον αποκτά απαίτηση (αναγωγικά) έναντι εκείνου που ανέλαβε ολόκληρη την κατάθεση, για την καταβολή ποσού ίσου προς το μερίδιο που του αναλογεί με βάση τον αριθμό όλων των συνδικαιούχων, εκτός εάν από τη μεταξύ τους εσωτερική σχέση προκύπτει άλλη αναλογία ή δικαίωμα επί ολόκληρου του ποσού της κατάθεσης ή έλλειψη δικαιώματος αναγωγής από μέρους αυτού που δεν προέβη στην ανάληψη του ποσού (ΑΠ 946/2015, ΑΠ 1410/2015 ΝΟΜΟΣ).
Σύμφωνα, δε, με τη διάταξη του άρθρου 493 ΑΚ που θεσπίζει μαχητό τεκμήριο η ύπαρξη τέτοιας εσωτερικής σχέσης αποτελεί εξαίρεση, της οποίας το βάρος επίκλησης και απόδειξης φέρει ο διάδικος που προβάλλει περιστατικά τα οποία θεμελιώνουν το ως άνω εξαιρετικό αυτό δικαίωμα (ΑΠ 656/2019 ΝΟΜΟΣ). Η εσωτερική σχέση μεταξύ των συνδικαιούχων καθορίζει και το μεταξύ τους δικαίωμα αναγωγής. Δικαίωμα υπάρχει κατά συνδικαιούχου του κοινού λογαριασμού, ο οποίος έλαβε ολόκληρο ή μέρος του υπολοίπου της κατάθεσης μεγαλύτερο της αναλογίας που του αντιστοιχούσε με βάση την εσωτερική σχέση. Στην περίπτωση δε, κατά την οποία μεταξύ των συνδικαιούχων του κοινού λογαριασμού δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί ιδιαίτερη εσωτερική σχέση αναφορικά με το δικαίωμα αναγωγής, πρέπει να εφαρμοσθεί η διάταξη του άρθρου 493 ΑΚ, η οποία θεμελιώνει μια εκ του νόμου εσωτερική μεταξύ των συνδικαιούχων σχέση, ως εκ των έσω αντανάκλαση της ενεργητικής εις ολόκληρον ενοχής. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που η εσωτερική σχέση δεν προβλέπει τα μερίδια μεταξύ των συνδικαιούχων. Στις περιπτώσεις αυτές, όλοι οι συνδικαιούχοι έχουν δικαίωμα σε ίσα μέρη (ΑΠ 902/2019, ΑΠ 1128/2017 ΝΟΜΟΣ). Είναι δε αδιάφορο αν τα κατατεθέντα χρήματα ανήκουν σε όλους ή σε μερικούς μόνο από τους δικαιούχους (ΑΠ 1128/2017, ΑΠ 529/2015 ΝΟΜΟΣ).
Η αξίωση για συμμετοχή στο χρηματικό ποσό του κοινού λογαριασμού γίνεται αντικείμενο δίκης με την έγερση σχετικής αγωγής, ανεξάρτητα αν ζητείται η πραγματική συμβολή ή τεκμαρτή συμμετοχή. Σύμφωνα δε με τα ανωτέρω εκτιθέμενα, ο ενάγων συνδικαιούχος που στρέφεται αναγωγικά κατά έτερου σύνδικαιούχου του κοινού λογαριασμού που ανέλαβε ολόκληρο το χρηματικό ποσό ή μεγαλύτερο από το αναλογούν σε αυτόν μερίδιο, απαλλάσσεται από το βάρος της απόδειξης για το μέγεθος της συμμετοχής του, κατά το ποσοστό που αυτό καλύπτεται από το νόμιμο μαχητό τεκμήριο. Αν όμως αιτείται μεγαλύτερο ποσοστό, βαρύνεται να αποδείξει την ύπαρξη και το περιεχόμενο της εσωτερικής σχέσης μεταξύ των συνδικαιούχων που του παρέχει δικαίωμα επί του μεγαλύτερου ποσοστού (ΑΠ 2058/2007 ΝΟΜΟΣ).
Βλ. πλήρες κείμενο της απόφασης ΕΔΩ