Η έννοια της «αδιατάρακτης νομής» στην διάταξη του άρθρου 4 του Ν. 3127/2003 δεν αναφέρεται σε προσβολή και προστασία της νομής του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά πλάσμα του νόμου αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Δημόσιο, αλλά αναφέρεται σε μη παρενόχληση του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά τον νόμο αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Ελληνικό Δημόσιο. Η παρενόχληση αυτή μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο μπορεί να προστατεύσει τη νομή του επί του δημοσίου κτήματος το Ελληνικό Δημόσιο (ΟλΑΠ 11/2015). Τέτοιος δε νόμιμος τρόπος προστασίας της νομής του Ελληνικού Δημοσίου επί του δημοσίου κτήματος είναι, πλην άλλων, και η από το τελευταίο, πριν από την 19-3-2003, υποβολή τόσο δήλωσης ιδιοκτησίας του για την επίδικη έκταση προκειμένου αυτή να καταχωρηθεί ως δημόσια έκταση, όσο και ένστασης κατά της αποφάσεως της πρωτοβάθμιας επιτροπής που δικαιώνει τον προβάλλοντα δικαίωμα κυριότητας ιδιώτη επ΄ αυτής (ΑΠ 807/2019, ΑΠ 225/2017).
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1042 του ΑΚ, ο νομέας βρίσκεται σε καλή πίστη όταν χωρίς βαριά αμέλεια έχει την πεποίθηση ότι απέκτησε την κυριότητα. Από τον συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι για να αποκτηθεί η κυριότητα ακινήτου που ανήκει στο Δημόσιο, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 3127/2003 πρέπει ο νομέας, μεταξύ άλλων, να έχει την πεποίθηση, χωρίς να τον βαρύνει βαριά αμέλεια, ότι απέκτησε την κυριότητα του ακινήτου και η πεποίθηση του αυτή, πρέπει να υφίσταται κατά το χρόνο κτήσης της νομής του ακινήτου. Ειδικότερα, ως προς το στοιχείο της καλής πίστης, αυτό συντρέχει, όταν ο χρησιδεσπόζων, με βάση τα εκάστοτε συντρέχοντα περιστατικά, έστω και αν γνωρίζει ότι το ακίνητο ανήκει στην κυριότητα τρίτου, έχει, κατά την κτήση της νομής, την πεποίθηση, η οποία δεν οφείλεται σε βαριά αμέλεια, ότι απέκτησε την κυριότητα (ΑΠ 863/2011). Εξάλλου ο νομέας θεωρείται κακής πίστης μόνο αν γνωρίζει ότι δεν έγινε κύριος ή αγνοεί τούτο από βαριά αμέλεια. Αν μεσολάβησε διαδοχή στη νομή, ο χρόνος νομής που διανύθηκε, με τις ίδιες προϋποθέσεις, στο πρόσωπο του δικαιοπαρόχου, συνυπολογίζεται στο χρόνο νομής του διαδόχου. Με το ως άνω άρθρο εισάγεται υπό προϋποθέσεις εξαίρεση στο, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1 και 2 του Α.Ν. 1539/1938, απαράγραπτο των υφισταμένων επί των ακινήτων δικαιωμάτων κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου (ΑΠ 1518/2012, ΑΠ 786/2012, ΑΠ 411/2012, ΑΠ 1455/2008, ΕφΠειρ 457/2013). Συνεπώς, ακόμα και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι οι δικαιοπάροχοι του νομέα (άμεσος και απώτεροι), δεν βρίσκονταν σε καλή πίστη, όταν αυτοί απέκτησαν το επίδικο, εφόσον πρόκειται για ακίνητο που βρίσκεται εντός σχεδίου πόλεως, έχει εμβαδόν 257,30 τ.μ., ήτοι μικρότερο των 2.000 τμ., και ο νομέας κατά το χρόνο κτήσης του βρισκόταν σε καλή πίστη ως προς την επαγωγή της κυριότητας σ΄ αυτόν, το νέμεται δε με νόμιμο τίτλο, αδιαταράκτως (τουλάχιστον) για δέκα (10) έτη, μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν. 3127/2003, συντρέχουν στο πρόσωπό του, όλες οι προϋποθέσεις της αντιτάξιμης κατά του Δημοσίου ειδικής (τακτικής) χρησικτησίας του άρθρου 4 παρ. 1α΄ του Ν.3127/2003.
Βλ. πλήρες κείμενο της απόφασης ΕΔΩ